Ο Stanley Milgram, ψυχολόγος στο πανεπιστήμιο του Yale, το 1961
πραγματοποίησε ένα πείραμα με σκοπό να μελετήσει την αλλαγή στη
συμπεριφορά των ανθρώπων, ως αποτέλεσμα συμμόρφωσης στην εξουσία.
Επηρεασμένος από την δίκη του ναζιστή εγκληματία πολέμου Adolf Eichman,
o οποίος ήταν ένας φιλήσυχος οικογενειάρχης, που κάτω υπό άλλες
συνθήκες πιθανότατα να μην έβλαπτε ποτέ κανέναν. Ο Milgram αποφάσισε να
ελέγξει μέσα από τη διεξαγωγή του πειράματος κατά πόσον οι εντολές από
μια πηγή εξουσίας μπορούν να ενεργοποιήσουν βίαιη συμπεριφορά σε, κατά
τα άλλα, ειρηνικά και φιλήσυχα άτομα. Και να τα κάνουν να παραβούν τις
προσωπικές τους αρχές υιοθετώντας συμπεριφορές που τους ήταν τελείως
ξένες.Τα ευρήματα του πειράματος δείχνουν ότι ο άνθρωπος που έχει κάποια μικρή εξουσία και διαταχτεί «να ενεργήσει σωστά», αδυνατεί να ασκήσει κριτική στον φορέα κύρους, εξουσίας και ισχύος που υπηρετεί (κράτος, στρατός, επιστήμη, κ.α) συμβιβάζεται και υποτάσσεται ολοκληρωτικά στο απρόσωπο και γενικό σύνολο -έννοια που αποτελεί ο φορέας εξουσίας. Με αυτό τον τρόπο η απρόσωπη βούληση κάποιας εξουσίας καταλήγει στη νομιμοποίηση οποιασδήποτε πράξης, παράνομης και βάρβαρης, απάνθρωπης πάντα στο όνομα του συλλογικού και απρόσωπου φορέα.
Το πείραμα εν συντομία…
Η ομάδα του Milgram προσέλαβε, μέσω μιας αγγελίας στις εφημερίδες, τυχαίους άνδρες για να συμμετάσχουν στο πείραμα. Ψευδώς τους ενημέρωναν ότι σκοπός του πειράματος ήταν να μελετηθούν οι επιπτώσεις της τιμωρίας στη μάθηση. Στο πείραμα συμμετείχαν δύο άτομα κάθε φορά, τα οποία αναλάμβαναν, μετά από κλήρωση, το ρόλο του δασκάλου ή του μαθητή.
Η κλήρωση όμως ήταν «σκηνοθετημένη» με τέτοιο τρόπο ώστε οι πραγματικοί συμμετέχοντες επιλεγόταν κάθε φορά για το ρόλο του δασκάλου, ενώ το ρόλο του μαθητή αναλάμβανε ένας επαγγελματίας ηθοποιός. Ο ρόλος του μαθητή ήταν να απομνημονεύει μια σειρά από ζεύγη λέξεων, ενώ του δασκάλου να τον «τιμωρεί» για κάθε φορά που έκανε λάθος, υποβάλλοντάς τον σε ηλεκτροσόκ, προοδευτικά αυξημένης έντασης.
Στο ξεκίνημα του πειράματος, ο ερευνητής με λευκή μπλούζα (σημάδι εξουσίας) έδενε τον ηθοποιό-συνεργό σε ένα κάθισμα, έβαζε στα χέρια του μια κρέμα, υποτίθεται για την αποτροπή εγκαυμάτων, και στη συνέχεια του τοποθετούσε τα ηλεκτρόδια. Ο «δάσκαλος», δήθεν κατά λάθος, άκουγε το «μαθητή» να παραπονιέται ότι έχει ένα μικρό πρόβλημα με την καρδιά του. Στη συνέχεια, ο δάσκαλος μεταφερόταν στη διπλανή αίθουσα, όπου βρισκόταν η γεννήτρια των ηλεκτροσόκ. Οι οδηγίες που λάμβανε από τον ερευνητή- πρόσωπο εξουσίας ήταν συγκεκριμένες: να διοχετεύει προοδευτικά ισχυρότερα σοκ για κάθε λάθος του μαθητή, ξεκινώντας από τα 15V και φτάνοντας μέχρι τα 450V! Πάνω από κάθε ένδειξη της τάσης αναγραφόταν ένας χαρακτηρισμός: «ελαφρύ σοκ» στα 15V, φτάνοντας σε σοκ «εξαιρετικής έντασης» στα 315V, «κίνδυνος: πάρα πολύ ισχυρό σοκ» στα 375V, ενώ στα 450V υπήρχε το απαγορευτικό «ΧΧΧ».
Πριν ξεκινήσει η διαδικασία του πειράματος, ο συμμετέχων στο ρόλο του δάσκαλου δεχόταν ένα δοκιμαστικό ελαφρύ σοκ (για να διαπιστώσει κι ο ίδιος ότι η γεννήτρια πράγματι λειτουργεί σωστά). Στη συνέχεια ο δάσκαλος διάβαζε τα ζεύγη λέξεων στο μαθητή και του έδινε τη μία λέξη, ζητώντας του να βρει το ζευγάρι της. Ο μαθητής είχε να επιλέξει μεταξύ τεσσάρων πιθανών απαντήσεων, ενώ σε κάθε περίπτωση λάθους ο δάσκαλος έπρεπε να του προκαλέσει ηλεκτροσόκ, ξεκινώντας από τα 15V. Ο ηθοποιός που ενσάρκωνε το μαθητή δεν δεχόταν φυσικά κανένα ηλεκτροσόκ, οι αντιδράσεις του όμως ήταν αληθοφανείς, καθώς από ένα σημείο και μετά φώναζε, διαμαρτυρόταν για την καρδιά του, ενώ σε ακόμα πιο προχωρημένη φάση σταματούσε την όποια αντίδραση , αφήνοντας να εννοηθεί ότι λιποθύμησε ή και πέθανε…
Το πείραμα ήταν οργανωμένο και καλά σκηνοθετημένο ώστε να μην αφήνει στον εθελοντή - δάσκαλο καμία υπόνοια για τη γνησιότητά του. Αυτό ήταν κάτι που, μετά το πείραμα, αναγνώριζαν όλοι οι εθελοντές. Η πραγματική ερώτηση που έθετε το πείραμα τελικά δεν ήταν άλλη από: «μέχρι πιο σημείο θα μπορούσε να φθάσει ένας άνθρωπος στον οποίο μία ανώνυμη αρχή ή εξουσία θα του ζητούσε να βασανίσει ή ακόμη να σκοτώσει ένα συνάνθρωπό του;».
Θα αναρωτηθείτε διαβάζοντας μα οι συμμετέχοντες στο πείραμα δεν αντιδρούσαν καθόλου, απλά υπάκουαν τις εντολές;
Οι περισσότεροι συμμετέχοντες σε κάποιο σημείο της διαδικασίας εξέφραζαν τις αμφιβολίες τους ή την επιθυμία τους να διακόψουν. Ο ερευνητής, που αντιπροσώπευε μια πηγή κύρους και εξουσίας, τους έδινε τότε τις εξής οδηγίες, με την ακόλουθη σειρά:
1.Παρακαλώ συνεχίστε
2.Το πείραμα απαιτεί να συνεχίσετε
3.Είναι απολύτως σημαντικό να συνεχίσετε
4.Δεν έχετε άλλη επιλογή, πρέπει να συνεχίσετε,
( όπως βλέπετε η πίεση που ασκούσαν οι οδηγίες στο δάσκαλο- εθελοντή προοδευτικά αυξανόταν)
Αν ο εθελοντής - δάσκαλος επιθυμούσε να διακόψει μετά από τις τέσσερις διαδοχικές οδηγίες - εντολές, το πείραμα σταματούσε. Στην αντίθετη περίπτωση, ο τερματισμός της διαδικασίας γινόταν μόνο αφού ο δάσκαλος είχε διοχετεύσει τρεις φορές το μέγιστο σοκ των 450V στο μαθητή.
Είναι σημαντικό ότι ο Milgram, πριν από τη διεξαγωγή του πειράματος, είχε ζητήσει από 110 ειδικούς να προβλέψουν μέχρι πιο σημείο θα έφτανε ένας «φυσιολογικός», ένας «συνηθισμένος» άνθρωπος. Οι προβλέψεις των ειδικών ήταν ιδιαίτερα αισιόδοξες. Πίστευαν ότι μόνο το 10% των συμμετεχόντων θα ξεπερνούσε τα 180V και ότι κανένας δεν θα έφτανε μέχρι το τέλος. Δυστυχώς διαψεύστηκαν. Στο πείραμα σχεδόν όλοι οι συμμετέχοντες ξεπέρασαν τα 180V, ενώ το 62,5% έφτασε μέχρι το τέλος, κάνοντας ισχυρά ηλεκτροσόκ 450V σε έναν άγνωστο, που μάλιστα είχε δηλώσει πως είχε πρόβλημα με την καρδιά του!
Τα αποτελέσματα της έρευνας ήταν απροσδόκητα ακόμα και για τους ίδιους τους διοργανωτές της και αποτέλεσαν πηγή προβληματισμού για πολλούς επιστήμονες .
Το συγκεκριμένο πείραμα έδειξε το σημαντικό ρόλο που παίζουν οι πηγές κύρους και εξουσίας στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς και το σημείο στο οποίο μπορούν να φτάσουν απλοί άνθρωποι, απλά «υπακούοντας εντολές». Το άτομο που βρίσκεται σε μια τέτοια κατάσταση βλέπει τον εαυτό του ως «όργανο» μιας εξωτερικής εξουσίας, στην οποία μεταθέτει τις ευθύνες του, άρα δικαιολογεί τις πράξεις του ακόμα κι αν είναι διαμετρικά αντίθετες με τις προσωπικές αρχές και αξίες του.
Ο ίδιος ο Milgram έγραψε μεταξύ άλλων στο άρθρο του «Οι κίνδυνοι της υπακοής», το 1974:
«Συνηθισμένοι άνθρωποι, κάνοντας απλά τη δουλειά τους, χωρίς να έχουν επιδείξει εχθρότητα στο παρελθόν, μπορούν να γίνουν όργανα μιας φρικτής καταστροφικής διαδικασίας. Επιπλέον, ακόμα και όταν τα αποτελέσματα του έργου τους γίνονται οφθαλμοφανή, και τους ζητείται να συνεχίσουν ενέργειες ασύμβατες με τα πλέον θεμελιώδη επίπεδα ηθικής, σχετικά λίγοι άνθρωποι έχουν την ικανότητα να αντισταθούν στην εξουσία.»
Οι περισσότεροι ναζί στη δίκη της Νυρεμβέργης αλλά και άλλοι κατηγορούμενοι για εγκλήματα πολέμου ή ακόμα άνθρωποι κατηγορούμενοι για «συνηθισμένα καθημερινά εγκλήματα» ισχυρίζονταν ότι «εγώ απλώς ακολουθούσα εντολές».
Αναρωτηθείτε αν εσείς ήσασταν στη θέση του δασκάλου - εθελοντή μέχρι ποιο σημείο θα φτάνατε; τι αποφάσεις θα παίρνατε κάτω από την πίεση κάποιας εξουσίας; Αναρωτηθείτε…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου