Οι Can ήταν ένα συγκρότημα
πειραματικού ροκ που δημιουργήθηκε στη Γερμανία το 1968. Περιέγραφαν το γκρουπ
τους ως μια αναρχική κοινότητα και δημιουργούσαν μουσική περισσότερο μέσα από
αυτοσχεδιασμό και επεξεργασία του ηχογραφημένου υλικού, αλλά είχαν μεγάλη
επιρροή σε μελλοντικά συγκροτήματα της ροκ και της ηλεκτρονικής μουσικής.
Θεωρούνται ως το καλύτερο από τα συγκροτήματα του μουσικού ρεύματος Krautrock
και από τους πιο σημαντικούς καλλιτέχνες στο χώρο της πειραματικής μουσικής,
στη πρόσφατη μουσική ιστορία.
(1968-1979) Περίοδος δράσης του
συγκροτήματος
Το συγκρότημα δημιουργήθηκε στην
Κολωνία το 1968 με αρχικό όνομα το "Inner Space" και αποτελούνταν από
τους Holger Czukay στο μπάσο, Irmin Schmidt στα keyboards (και οι δύο ήταν
δάσκαλοι μουσικής που είχαν μαθητεύσει υπό τον Karlheinz Stockhausen), Michael
Karoli στην κιθάρα (μαθητής του Czukay), και Jaki Liebezeit στα ντραμς (είχε ειδίκευση
στην jazz), μαζί με το αρχικό μέλος David Johnson.
Το φθινόπωρο του 1968, ο
Αμερικανός τραγουδιστής Malcolm Mooney έγινε μέλος του συγκροτήματος και μαζί
του ηχογράφησαν το άλμπουμ Monster Movie, το οποίο κυκλοφόρησε το 1969. Ήταν
πολύ δημιουργικός, πολύ ρυθμικός αλλά συχνά διαπληκτιζόταν με τα υπόλοιπα μέλη.
Τα φωνητικά του ήταν αρκετά περίεργα, συχνά πλησίαζαν ψυχωτικές κραυγές, πολύ
διαφορετικά από το μινιμαλιστικό στυλ της μουσικής, το οποίο είχε επιρροές από
τους Velvet Underground, Τζέιμς Μπράουν και Pink Floyd. Βασίζονταν πολύ στις
επαναλήψεις, ιδιαίτερα στα ντραμς και το μπάσο, και αυτό είναι ιδιαίτερα
εμφανές στο 20λεπτο κομμάτι "Yoo Doo Right", το οποίο αρχικά ήταν
ένας εξάωρος αυτοσχεδιασμός. Αυτό το τραγούδι, όπου ο Mooney ουρλιάζει τους
στίχους, οι οποίοι φαίνονται να είναι φράσεις από ένα ερωτικό γράμμα, έγινε
διασκευή σε πιο σύντομη μορφή από τους The Geraldine Fibbers, Thin White Rope
και άλλους.
Λίγο μετά την κυκλοφορία του
άλμπουμ, ο Mooney επέστρεψε στην Αμερική μετά την προτροπή ενός ψυχιάτρου,
σύμφωνα με το μύθο, και αντικαταστάθηκε με τον περισσότερο ήπιο Damo Suzuki,
ένα Γιαπωνέζο ταξιδιώτη που βρήκαν αραγμένο έξω από μια καφετέρια. Ο πρώτος
δίσκος με αυτόν τον τραγουδιστή ήταν το Soundtracks (1970). Το στυλ του Suzuki
ήταν πολύ διαφορετικό από αυτό του Mooney: ήταν πολύγλωσσος (ισχυριζόταν ότι
μιλούσε τη "γλώσσα της λίθινης εποχής"), πολλές φορές ακαταλαβίστικος
(το στυλ του ήταν μερικώς επηρεασμένο από τη Γιόκο Όνο), ενώ πρόσθεσε το υλικό
που έλειπε από μια σειρά ποπ τραγουδιών. Στο άλμπουμ περιέχονταν και δύο
τραγούδια που είχαν ηχογραφηθεί με τον Mooney, ανάμεσα τους και ένα αναπάντεχο
πέρασμα στη μελωδική τζαζ ("She Brings the Rain").
Τα επόμενα χρόνια, οι Can
κυκλοφόρησαν τα πιο σημαντικά τους έργα, τα οποία θεωρούνται ορόσημα για το
μουσικό ρεύμα Krautrock. Ενώ τα προηγούμενα τους άλμπουμ είχαν περισσότερο
παραδοσιακές δομές τραγουδιών, σε αυτά κάνουν στροφή προς ένα πιο ρευστό
αυτοσχεδιαστικό στυλ. Το Tago Mago (1971) είναι ένα πρωτοποριακό, μη συμβατικό
άλμπουμ που επηρέασε πολλούς μελλοντικούς καλλιτέχνες. Περιείχε έντονα ρυθμικά
ντραμς (με στυλ τζαζ), αυτοσχεδιασμούς στην κιθάρα και σόλο στα keyboards
(πολλές φορές έδεναν κιθάρα και keyboards), εκτεταμένη επεξεργασία των κασετών
ηχογράφησης και τα εκκεντρικά φωνητικά του Suzuki. Οι κριτικοί της εποχής
εξύμνησαν το ρυθμικό χαρακτήρα του άλμπουμ: ένας κριτικός έγραψε ότι "ένα
μεγάλο μέρος του άλμπουμ είναι βασισμένο στον έντονο αυτοσχεδιασμό πάνω μια
υπνωτική ρυθμική δομή" [1]. Ένας άλλος γράφει ότι "το κομμάτι
Halleluwah τους βρίσκει να δημιουργούν ένα τερατώδη ρυθμό trance/funk
μουσικής" [2].
Μετά το Tago Mago κυκλοφόρησαν
το Ege Bamyasi (1972). Ήταν ένας πιο προσιτός δίσκος, αλλά δεν έχανε τον
avant-garde χαρακτήρα του. Περιείχε το "Vitamin C" και το
"Spoon", το οποίο μπήκε στο γερμανικό Top 40. Το επόμενο άλμπουμ τους
ήταν το Future Days (1973), ένας δίσκος με μικρές φιλοδοξίες αλλά ήρεμα
πολυσύνθετος. Είναι ένα από τα πρώτα δείγματα ambient μουσικής και κριτικά ο
πιο πετυχημένος τους. Στο δίσκο περιέχεται και το αναπάντεχα ποπ τραγούδι
"Moonshake". Από τα ονόματα που έδωσαν σε αυτή τη σειρά δίσκων και
τις αναφορές που περιέχουν σε γλώσσες και παραδόσεις άλλων λαών, φαίνεται ότι
τα μέλη του συγκροτήματος είχαν έντονο ενδιαφέρον για τη παγκόσμια μουσική.
O Suzuki έφυγε το 1973 για να
γίνει Μάρτυρας του Ιεχωβά, οπότε ο Karoli και ο Schmidt ανέλαβαν τα φωνητικά.
Και οι δύο ήταν ικανοί, αλλά όχι ιδιαίτερα ξεχωριστοί τραγουδιστές, ειδικά αν
τους συγκρίνει κανείς με την τρελή ενέργεια του Mooney ή το χαλαρό στυλ του
Suzuki. Στις ζωντανές τους εμφανίσεις, με δεδομένη την απουσία τραγουδιστή,
έδωσαν μεγαλύτερο βάρος στη μουσική. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι παραστάσεις
τους να είναι μοναδικές, γιατί είχαν αναπτύξει την ευχέρεια να αυτοσχεδιάζουν
για πολύ μεγάλα χρονικά διαστήματα χωρίς να έχουν κάποιο κεντρικό θέμα.
Το άλμπουμ Soon Over Babaluma
(1974) ήταν η συνέχεια του ambient στυλ του Future Days, μαζί με ένα μέρος του
πειραματικού στυλ του Tago Mago και του Ege Bamyasi. Το 1975 οι Can υπέγραψαν
συμβόλαιο με τη δισκογραφική εταιρεία Virgin Records στη Μεγάλη Βρετανία και με
την EMI/Harvest στη Γερμανία. Με τα άλμπουμ Landed (1975), Flow Motion (1976),
Saw Delight (1977) και Out of Reach (1978), οι Can κινήθηκαν προς ένα πιο
συμβατικό στυλ μουσικής. Το single "I Want More" από Flow Motion είχε
έντονα ντίσκο στοιχεία και έγινε η μοναδική τους επιτυχία έξω από τα σύνορα της
Γερμανίας.
Το 1977 ο Rosko Gee (πρώην
μπασίστας των Traffic) και ο Reebop Kwaku Baah (κρουστά) έγιναν μέλη των Can,
εξωθώντας τον Holger Czukay, ο οποίος είναι τώρα ένα από τα πιο γνωστά πρώην
μέλη τους, προς το περιθώριο της δραστηριότητας του γκρουπ. Ουσιαστικά
χρησιμοποιούσε αποκλειστικά το wave table, ένα τραπέζι που περιείχε ραδιόφωνα
βραχέων κυμάτων, συσκευές που έβγαζαν ήχους κώδικα Μορς, κασετόφωνα και άλλα
αντικείμενα. Ο Czukay αποχώρησε στα τέλη του 1977 και δεν εμφανίστηκε στα
άλμπουμ Out Of Reach (1978) και Can (1979) – αν και συμμετείχε για λίγο στην
παραγωγή του τελευταίου. Έκτοτε, το συγκρότημα απαρνήθηκε το δίσκο Out Of Reach
από τη δισκογραφία του και τον διέγραψε από τη σχετική λίστα στην ιστοσελίδα
τους. Οι Can διαλύθηκαν ήσυχα προς τα τέλη της δεκαετίας του 1970, αλλά μετά
επανασυνδέθηκαν για έκτακτες περιπτώσεις.
(1980-...) Επόμενα χρόνια
Μετά τη διάλυση του
συγκροτήματος, τα μέλη των Can συμμετείχαν σε διάφορες μουσικές δραστηριότητες,
με τον Czukay να φαίνεται ότι είχε τη μεγαλύτερη επιτυχία. Το 1986
επανασυνδέθηκαν για ένα μικρό χρονικό διάστημα, με τραγουδιστή τον Mooney και
όχι τον Suzuki, για να ηχογραφήσουν το Rite Time (κυκλοφόρησε το 1989). Το ίδιο
συνέβη το 1991, για να ηχογραφήσουν ένα κομμάτι για την ταινία Until the End of
the World του Βιμ Βέντερς. Έκτοτε έχουν κυκλοφορήσει πολλές συλλογές, άλμπουμ
με ηχογραφήσεις ζωντανών παραστάσεων και η μουσική τους έχει χρησιμοποιηθεί
πολλές φορές σαν δείγμα (samples).
Το 1999, τα τέσσερα αρχικά μέλη
των Can, οι Holger Czukay, Michael Karoli, Jaki Liebezeit και Irmin Schmidt,
συμμετείχαν στην παράσταση "Can-Solo-Projects", όπου έπαιξαν ο καθένας
ξεχωριστά από τον άλλον, με τα δικά τους σχήματα:
Michael Karoli - Sofortkontakt
Jaki
Liebezeit & Club Off Chaos
Irmin
Schmidt & Kumo
Holger Czukay & U-She
Τελευταία χρόνια
Το βρετανικό συγκρότημα Radiohead έπαιξε
διασκευές του τραγουδιού Thief κατά τη διάρκεια της περιοδείας τους για το
άλμπουμ Kid A. Σύμφωνα με μαρτυρίες, το έπαιξαν τουλάχιστον 9 φορές από το 2000
έως το 2001.
Ο Michael Karoli πέθανε στις 17 Νοεμβρίου
2001 από καρκίνο.
Ο Irmin Schmidt ξεκίνησε μια συνεργασία με
τον καταξιωμένο ντράμερ Martin Atkins και δημιούργησαν ένα remix για το
industrial συγκρότημα The Damage Manual, και μια διασκευή του Banging the Door
για ένα άλμπουμ φόρο τιμής στους Public Image Ltd. Και τα δύο κυκλοφόρησαν μέσω
της εταιρείας του Atkins, την Invisible Records.
Το 2004, το συγκρότημα άρχισε να κάνει
remaster τη δισκογραφία του, σε μορφή Super Audio CD. Μέχρι τώρα έχουν
κυκλοφορήσει τα πρώτα επτά στούντιο άλμπουμ τους, καθώς και τη συλλογή
Unlimited Edition.
Έχει κυκλοφορήσει ένα άλμπουμ φόρος τιμής
στους τραγουδιστές Mooney και Suzuki, με τίτλο The Mooney Suzuki.
Το δημοφιλές ανεξάρτητο συγκρότημα Spoon
έχουν πάρει το όνομα τους από το ομώνυμο τραγούδι των Can.
Μέλη
Κυρίως μέλη
Holger Czukay (γεν. 24 Μαρτίου 1938):
Μπάσο, μηχανικός ήχου και χειριστής ηλεκτρονικού εξοπλισμού (1968-1977, 1986).
Michael Karoli (γεν. 29 Μαρτίου 1948;
Πέθανε στις 17 Νοεμβρίου 2001): Κιθάρα, φωνητικά και βιολί.
Jaki Liebezeit (γεν. 1939): ντραμς και
κρουστά.
Irmin Schmidt (γεν. 29 Μαίου 1937):
Keyboards και φωνητικά.
Malcolm Mooney: Φωνητικά (1968-1970,
1986-1991).
Damo Suzuki (γεν. 16 Ιανουαρίου 1950)
Φωνητικά (1970-1973).
Δευτερεύοντα μέλη
David Johnson: Διάφορα ασυνήθιστα μουσικά
όργανα και ήχοι, χειρισμός ηλεκτρονικού εξοπλισμού και επεξεργασία κασετών
ηχογράφησης (1968).
Manni Löhe: Φωνητικά, κρουστά και φλάουτο
(1968).
Rosko Gee: Μπάσο και φωνητικά (1977-1979).
Rebop Kwaku Baah: Κρουστά (1977-1979).
Michael Cousins: Φωνητικά (April 1976).
Δισκογραφία
Άλμπουμ στο Στούντιο
Monster Movie (Liberty, 1969)
Soundtracks (Liberty, 1970)
Tago
Mago (United Artists, 1971)
Ege
Bamyasi (United Artists, 1972)
Future
Days (United Artists, 1973)
Soon
Over Babaluma (United Artists, 1974)
Landed (Virgin, UK/Harvest, Ger., 1975)
Flow
Motion (Virgin, UK/Harvest, Ger., 1976)
Saw
Delight (Virgin, UK/Harvest, Ger., 1977)
Out
of Reach (Harvest, 1978)
Can (Harvest, 1979)
Rite
Time (Mercury, 1989)
Τα πρώτα επτά άλμπουμ έχουν
επανακυκλοφορήσει ως remaster σε SACDs.
Singles
"Kama Sutra"/"Null" (Music Factory, 1968)
"She Brings The Rain"/"Deadlock" (Liberty, 1970)
"Turtles Have Short Legs"/"Halleluwah" (Liberty,
1971)
"Spoon"/"Shikaro Maru Ten" (United Artists, 1972)
"Moonshake"/"Splash" (United Artists, 1973)
"Dizzy Dizzy"/"Come Sta La Luna" (United Artists,
1974)
"I Want More"/"..and More" (Virgin, 1976)
"Silent Night"/"Cascade Waltz" (Virgin, 1976)
"Don't Say No"/"Return" (Virgin, 1977)
"Can-Can"/"Aspectacle" (Harvest, 1979)
Collection albums
Limited
Edition (United Artists, 1974) – συλλογή με σπάνιες ηχογραφήσεις της περιόδου
1968-1974
Unlimited Edition (Virgin, UK/Harvest,
Ger., 1976) - συλλογή με σπάνιες ηχογραφήσεις της περιόδου 1968-1975
Delay 1968 (Spoon, 1981) - 1968-1969
σπάνιες ηχογραφήσεις και διάφορα αποσπάσματα
Peel Sessions (Strange Fruit, 1995) –
συλλογή με ηχογραφήσεις της περιόδου 1973-1976 για την εκπομπή John Peel Show
του BBC
Radio Waves (Sonic Platten, 1997) – συλλογή
με ζωντανές και σπάνιες ηχογραφήσεις της περιόδου 1969-1972
Live (Spoon, 1999) – συλλογή με ζωντανές
παραστάσεις της περιόδου 1972-1977 (αρχικά είχε κυκλοφορήσει ως μέρος του Can
Box, μια ανθολογία με cd/βίντεο/κείμενο)
Πρόσφατα κυκλοφόρησε και το
Unlimited Edition ως remaster σε SACD.
Συλλογές
Opener (Sunset, 1976) – συλλογή με υλικό
από άλμπουμ της περιόδου 1972-1974
Cannibalisms (United Artists, 1978) -
συλλογή με υλικό από άλμπουμ της περιόδου 1969-1974
Incandenscence (Virgin, 1983) - συλλογή με
υλικό από άλμπουμ της περιόδου 1969-1977
Cannibalism 2 (Spoon, 1992) - συλλογή με
υλικό από άλμπουμ της περιόδου 1974-1981
Anthology (Spoon, 1993) - συλλογή με υλικό
από άλμπουμ και soundtracks της περιόδου 1968-1991
Cannibalism 3 (Spoon, 1993) - συλλογή με
υλικό ως συγκρότημα και ως σόλο καλλιτέχνες της περιόδου 1979-1991
Bootlegs
Prehistoric Future, Paris 1968
Mother Sky Berlin, Waldbühne 1971
University Of Essex, Colchester, UK 8-5-72
Horror Trip in the Paper House Köln 03.02.72
Live
at Paris Olympia, France 1973
Live
at Sussex University, Brighton, November 1975
Live
at Stuttgart 31.10.1975
Live
at Hannover 4.11.1976
London und Grenoble Live 1976
Ταινίες και μαγνητοσκοπήσεις
(1972) Free Concert
(1998)
The Can Documentary
(1999) The Can Box (Ανθολογία, περιέχει ένα
ντοκιμαντέρ για τους Can, το Free Concert, δύο CD με ζωντανές παραστάσεις και
ένα βιβλίο)
(2004) The Can DVD (2 DVD με υλικό των Can
και ένα CD ήχου με υλικό ως σόλο καλλιτέχνες)
Remasters
Όλες οι επανεκδόσεις των αρχικών
τους άλμπουμ σε remaster (κυκλοφόρησαν από την Spoon Records).
Monster Movie
Soundtracks
Tago
Mago
Ege
Bamyasi
Future Days
Soon
Over Babaluma
Unlimited Edition
Landed
Soundtracks
(1968) Kama Sutra
(1969) Ein Großer graublauer Vogel
(1970) Creem
(1970) Deadlock
(1970) Deep End
(1972) Tatort - Tote Taube in der Beethovenstraße
(1973) Alice in den Städten
(1991) Until the End of the World
(2002)
Morvern Callar
Ενδιαφέρουσες πληροφορίες
Το τραγούδι "Spoon"(1972) μπήκε
στη λίστα με τα 40 πιο εμπορικά τραγούδια στη Γερμανία, και χρησιμοποιήθηκε στη
τηλεοπτική παραγωγή του Samuel Fuller Tatort - Tote Taube in der
Beethovenstraße και πιο πρόσφατα, στην ταινία Morvern Callar (2004) της Lynne
Ramsay.
Όταν δημιουργούσαν μουσική για ταινίες,
μόνο ο Irmin Schmidt έβλεπε το έργο και μετά έδινε στα υπόλοιπα μέλη μια γενική
περιγραφή. Αυτό βοήθησε ώστε τα soundtrack τους να μπορούν να σταθούν και
αυτόνομα σαν δίσκοι.
Αν και η μουσική τους ήταν πρωτοποριακή για
τα στάνταρ της εποχής, οι Can δεν κατάφεραν να χρησιμοποιήσουν πολυκάναλο
σύστημα ηχογράφησης πριν το 1975.
Η Hildegard, σύζυγος του Irmin Schmidt,
ήταν ο μάνατζερ του συγκροτήματος από το 1974 και υπεύθυνη για όλες τις
οικονομικές τους υποθέσεις.
Η παρθενική εμφάνιση του Damo Suzuki ως
τραγουδιστής των Can το 1970 ήταν επεισοδιακή: σε μια ζωντανή εμφάνιση, τα
φωνητικά του ήταν πολύ περίεργα και φόβισε ένα ακροατήριο τόσο πολύ που
παραλίγο να εξεγερθούν. Ο Ντέιβιντ Νίβεν, πρωταγωνιστής της ταινίας Pink
Panther, ήταν ανάμεσα στους θαμώνες που παρέμειναν, περίεργοι για το τι θα
ακούσουν αργότερα.
Μετά την αποχώρηση του Damo Suzuki, οι Can
έκαναν κάποιες προσπάθειες για να βρουν αντικαταστάτη του, αλλά κανένας δεν
ταίριαζε με το συγκρότημα. Ένας υποψήφιος, ο Michael Cousins, συμμετείχε στην
περιοδεία τους τον Απρίλιο του 1976, αλλά το κοινό τον απέρριψε (κάποιοι τον
έφτυναν στη σκηνή). Η μοναδική ηχογράφηση με τον Cousins είναι το bootleg Live
Hannover 1976.
To 1976, o Tim Hardin, τραγουδιστής folk,
συνεργάστηκε με τους Can για να ηχογραφήσει την κλασική του επιτυχία The Lady
Came From Baltimore.
Ο John Lydon (ή Johnny Rotten), πρώην μέλος
των Sex Pistols, δημιούργησε τους Public Image Limited, αντιγράφοντας την
αρχική σύνθεση των Can. Επίσης, ήθελε να γίνει μέλος του γκρουπ το 1979, όταν
το γκρουπ διαλύθηκε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου