Κείμενο: Βασίλης Ραφαηλίδης*
ΣΤΗΝ
προσπάθεια του να δημιουργήσει το νεοελληνικά κράτος εθνική συνείδηση
εκ του μη όντος, άσκησε μια τόσο βάναυση τρομοκρατία επί των υπηκόων
του, που κατάφερε στο τέλος να φτιάξει από τους αλλοεθνείς τους πιο
φανατικούς και μαζί τους πιο αστείους «εθνικόφρονες». Προκειμένου να
κρύψουν, δια τον φόβον των Ιουδαίων, την πραγματική εθνική τους
ταυτότητα οι Αρβανίτες, οι Βλάχοι και κυρίως οι Σλάβοι υπερέβαλαν σε τεχνητό εθνικισμό και τους επαγγελματίες «εθνικόφρονες».
Από την άλλη μεριά, οι εκχριστιανισθέντες Εβραίοι,
που είναι πάρα πολλοί σε τούτον τον τόπο και οι Αρμένιοι, που κατά
μάζες εξελλήνισαν τα ονόματά τους, μπήκαν άτσαλα στο χορό της εθνικής
πλειοδοσίας από το φόβο μη χαρακτηριστούν «εθνικοί μειοδότες».
ΤΑ
ΠΙΟ αστεία πράγματα για το «μεγαλείο της φυλής» και τα ηχηρά παρόμοια
ακούστηκαν από ανθρώπους που αποδειγμένα ανήκαν σε άλλη φυλή.
Λοιπόν,
ο φόβος κάνει τον «εθνικόφρονα». Και η «εθνικοφροσύνη» δεν είναι παρά η
εκδήλωση του απέραντου φόβου των δύσμοιρων κατοίκων αυτού του τόπου,
που -θέλουν σώνει και καλά να είναι “Ελληνες, γιατί ξέρουν πως το
τεχνητό ελληνικό κράτος αμείβει καλύτερα τους τεχνητά σκεπτόμενους και
τεχνηέντως φερόμενους.
Κι
έτσι, η ελληνική επικράτεια γέμισε από κρυψίνοες και καιροσκόπους, από
δόλιους και απατεωνίσκους, από κοψομεσιασμένους και κωλοσφογγάριους. Η
αναξιοπρέπεια που κυριαρχεί απ” άκρου εις άκρον σε τούτο τον τόπο έχει
τη ρίζα της στο τεχνητό ένδυμα της ελληνικότητας, που το φόρεσαν σε
όλους μας με τη βία και επί ποινή αποκλεισμού από τα αγαθά του κρατικού
κορβανά.
Μ”
αυτά, και μ” άλλα πολλά, το ίδιο κατάπτυστα, σχεδόν όλοι ψάχνουν για
«ρίζες» σ” ένα χώμα ακατάλληλο πια για πολιτιστική καλλιέργεια. Πώς να
πιάσουν ρίζες σ” έναν τόπο άνθρωποι που δεν τολμούν να κάνουν φανερή
την πραγματική τους ρίζα, με αποτέλεσμα γνήσιο Βλάχο να σπέρνεις και
«γνήσιος» Έλληνας να σου φυτρώνει στα καλά καθούμενα; Μέχρι το τέλος του
βίου του ο Τσιτσάνης
ντρεπόταν να πει πως είναι Βλάχος. Ήταν, βλέπεις, ο «λαϊκός βάρδος όλων
των Ελλήνων» κι αυτό τον εμπόδιζε να καταλάβει πως “ Ελληνες είναι και
οι Βλάχοι. Καθώς κι όλοι όσοι κατοικούν σε τούτο τον τόπο, άσχετα από
τη φυλετική τους καταγωγή, που στο κάτω κάτω δε σημαίνει απολύτως τίποτα
και από θεωρητική και από πρακτική άποψη. Σήμερα, μάλιστα, με την
ανάπτυξη των επικοινωνιών, αλλά και το συνεχές μπέρδεμα των αλλοεθνών
πληθυσμών, φαντάζει γελοίο το να μιλάει κανείς για «φυλετική
καθαρότητα». Άγγλοι, Γάλλοι, Πορτογάλοι κι όσοι πέρασαν απ” αυτόν τον
τόπο ως κατακτητές, ως προσκυνητές και ως τουρίστες μαζί με το σπέρμα
τους άφησαν και τον πολιτισμό τους.
ΣΤΙΣ
παραπάνω τυχαίες επιμειξίες πρέπει να προσθέσουμε και τους γάμους
μεταξύ αλλοεθνών, που ολοένα και περισσότερο πολλαπλασιάζονται, καθώς
και τους βιασμούς, που δεν τους συνηθίζουν μόνο οι Τούρκοι, όπως θέλουν
να λένε. Αλίμονο στους λαούς αν δεν ανανεώνονται συνεχώς και φυλετικά
και πολιτιστικά. Σε τούτο τον κόσμο, καθαρή ράτσα μπορεί να βρει κανείς
μόνο στον… ιππόδρομο, χωρίς να αποκλείονται και κει οι επιμειξιακές
λαθροχειρίες. “Υστερα από όλα αυτά, μόνο εμείς ξέρουμε γιατί συνεχίζουμε
να «νιώθουμε υπερήφανοι» που είμαστε Έλληνες, τη στιγμή μάλιστα που
μετέχουμε ολοένα και λιγότερο στην ελληνική παιδεία.
Ο Γεράσιμος Κακλαμάνης
στο σπουδαίο βιβλίο του «Επί της δομής του Νεοελληνικού Κράτους»
(έκδοση του συγγραφέα) που θα μας απασχολήσει και σήμερα για έβδομη κατά
σειρά Κυριακή (θα υπάρξουν κι άλλες κακλαμάνειες Κυριακές, γιατί
πιστεύουμε πως αν δεν ταρακουνηθούν το συντομότερο κάποιοι
ελληνοσκληρυμένοι εγκέφαλοι, η νέα Ελλάδα σε λίγα χρόνια θα είναι ένα
σχήμα λόγου, εντελώς ανάξιο λόγου σε διεθνές επίπεδο), ο Κακλαμάνης,
λοιπόν, πιστεύει βάσιμα πως το κριτήριο της εθνικοφροσύνης αποσκοπεί στο
να επανδρωθεί ο κρατικός μηχανισμός με απολιτικούς. Γιατί μόνο «χυτοί
θα μπορούσαν να κινήσουν όπως-όπως τα γρανάζια μιας κρατικής μηχανής που
προσπαθεί να κρύψει το σήμα του εργοστασίου της κατασκευής της.
Η
ελληνική κρατική μηχανή έχει τα χάλια που έχει γιατί δεν είναι ούτε
ελληνική ούτε μηχανή. Είναι, απλούστατα, ένας καταπιεστικός μηχανισμός
που τον κατασκεύασαν οι «προστάτιδες δυνάμεις» γύρω στα 1840 και τον
έβαλαν σε λειτουργία με την ελπίδα πως κάποιο κράτος θα ξεπεταχτεί μέσα
από τα γρανάζια της. Προς το παρόν όμως κράτος δεν μπόρεσε να
κατασκευάσει η κρατική μηχανή. Γιατί τα κράτη δεν τα φτιάχνουν οι
κρατικές μηχανές, αλλά οι εθνότητες. Και ενώ οι πολλές εθνότητες που
κατοικούσαν και συνεχίζουν να κατοικούν εδώ θα μπορούσαν να φτιάξουν
όλες μαζί ένα αξιοπρεπές καπιταλιστικό κράτος, η μία και μόνη εθνότητα
που επιλέχθηκε, οι Έλληνες, όντας ανύπαρκτοι ουσιαστικά, έφτιαξε τελικά
ένα ανύπαρκτο κράτος, δύσμορφο, ανίκανο, αναξιόπιστο, τραμπούκικο,
χωροφυλακίστικο, ασφαλίτικο, μαυραγορίτικο, ρουσφετοκρατούμενο,
καχύποπτο, μίζερο, ελεεινό και τρισάθλιο, που κανείς, ούτε ντόπιος ούτε
ξένος, δε λέει να το πάρει στα σοβαρά.
Η περίφημη «εθνική υπερηφάνεια»
δεν είναι παρά μια δημαγωγική «διακήρυξη». Ποιος τίμιος και ευαίσθητος
άνθρωπος που κατοικεί σε τούτο τον τόπο θα μπορούσε να είναι
υπερήφανος, όταν ξέρει πως ο ένας στους δύο δημόσιους υπάλληλους κλέβει
το κράτος, δηλαδή όλους μας; Πώς να νιώθεις καλά ως “Ελλην όταν η Ελλάδα
κατέχει παγκόσμιο ρεκόρ στις ακάλυπτες επιταγές; Πώς να κυκλοφορήσεις
στους δρόμους της πρωτεύουσας όταν πρέπει συνεχώς να έχεις, με βροχή και
με ήλιο, ανοιγμένη την ομπρέλα για να προφυλαχτείς από τα μικροβιοφόρα
σάλια των νεοβαρβάρων, οι ελληνικότατες ροχάλες των οποίων πυκνώνουν
όσο προχωρείς από το Σύνταγμα προς την Ομόνοια;
Και
αυτό διότι στο Σύνταγμα υπάρχουν περισσότεροι τουρίστες, πράγμα που
καθιστά τούτη την πλατεία την πιο υγιεινή γωνιά ολόκληρης της Ελλάδας.
Δε
ζητάμε λοιπόν από την Ελλάδα να εφαρμόσει το σοσιαλισμό. Ζητάμε προς το
παρόν να κάνει σωστό καπιταλισμό. Γιατί, αν νομίζετε πως η Ελλάδα είναι
καπιταλιστικό κράτος, μάλλον κάνετε λάθος. Είναι, απλώς, ένα κράτος «δύσμορφου καπιταλισμού»
(πρόκειται για όρο της Πολιτικής Οικονομίας). Κι αυτό σημαίνει πως ο
“Ελληνας καπιταλιστής συνεχίζει να παίζει το παιχνίδι του χωρίς κανόνες.
Είναι απροσχημάτιστα ένα αρπαχτικό, όχι μόνο ως προς τους εργαζόμενους,
αλλά και ως προς τους συνέλληνες συνκαπιταλιστές. Στην Ελλάδα είναι
δύσκολο να είσαι ακόμη και καπιταλιστής. Πόσο μάλλον σοσιαλιστής.
ΑΣ δούμε σύντομα πόθεν κατάγεται ..τούτη η δυσπλασία του νεοελληνικού κράτους.
Ο
Κακλαμάνης λέει πως η Ελλάδα των πρώτων μετεπαναστατικών χρόνων είναι η
τυπική περίπτωση χώρας, όπου το Δίκαιο δε συνιστά Κράτος. Γιατί το κατ”
ουσία Δίκαιο των Ελλήνων ήταν και παραμένει το εθιμικό. Οι “Ελληνες
καταφεύγουν πάρα πολύ συχνά στη Δικαιοσύνη γιατί το Δίκαιο το
αντιλαμβάνονται ως υποκατάστατο του αυθόρμητου και άγραφου Εθιμικού
Δικαίου. Και επειδή το Εθιμικό Δίκαιο εδώ δεν μπορεί να είναι ενιαίο,
εξαιτίας της πολυεθνικής σύστασης του ελληνικού λαού, ο καθένας
αντιλαμβάνεται το Δίκαιο κατά το δοκούν.
Ακόμα και οι δικαστές, που υποτίθεται πως ξέφυγαν από τον αυθορμητισμό του Εθιμικού Δικαίου.
Δεν μπορούν να υπάρξουν Κανόνες Δικαίου σ” έναν τόπο όπου ο καθένας κουβαλάει μνήμες από το κλειστό Εθιμικό Δίκαιο
της φυλής του. “Αλλωστε, το Εθιμικό Δίκαιο (δηλαδή το έθιμο που
λειτουργεί ως νόμος), ελάχιστα απέχει από την αυτοδικία. Η μορφή Δικαίου
που ταιριάζει περισσότερο στους χαοτικούς Έλληνες είναι λοιπόν η
χαοτική αυτοδικία, που στην ηπιότερη μορφή της εκδηλώνεται ως νταηλίκι.
Οι
“Ελληνες, όπως και όλοι οι ημιβάρβαροι, παραμένουν νταήδες γιατί
κουβαλούν αταβιστικά στη μνήμη τους το γεγονός πως κάποτε οι άνθρωποι
έλυναν όλες τις διαφορές τους με τις γροθιές. Λοιπόν, τι «άλλην χρείαν
δια τον βαρβαρισμόν μας έχομεν», αφού υπάρχει και λειτουργεί το
νταηλίκι, που μάλιστα κάποιοι εντελώς κρετίνοι το έκαναν συνώνυμο της
λεβεντιάς;
Η
βεντέτα και το έθιμο της αδελφοποίησης είναι κατάλοιπα του πρωτόγονου
Εθιμικού Δικαίου. Όπως λέει παραστατικά ο Κακλαμάνης, αποτελούν τα
υπολείμματα σχέσεων μεταξύ αλλοφύλων, δηλαδή κανόνες «Διεθνούς Δικαίου»
υπό στοιχειώδη μορφή για τη δυνατότητα επικοινωνίας των χωριών μεταξύ
τους!!! Είναι εντελώς εκπληκτική, και νομίζουμε εντελώς καινούρια, η
άποψη πως η βεντέτα και η αδελφοποίηση είναι πρωτόγονες μορφές Διεθνούς
Δικαίου. Ιδού, λοιπόν, πεδίο έρευνας λαμπρό για τους διεθνολόγους: Η
Ελλάδα της σήμερον, της οποίας το εσωτερικό δίκαιο είναι… διεθνές,
εξαιτίας της συνεχιζόμενης εχθρότητας ανάμεσα στους αλλοφύλους!
Η
Ελλάδα, λοιπόν, των πρώτων μετεπαναστατικών χρόνων βρέθηκε προ ολικής
αδυναμίας εξευρέσεως κοινού Δικαίου. Να μερικές αποδείξεις: Στην
περίφημη «Διάταξη των Σαλώνων» κάθε επαρχία χαρακτηρίζεται ως αυτοτελής
επικράτεια, με δικούς της νόμους. Σε μια επανάσταση που ξεκίνησε
μωαμεθανική (με τον Αλή Πασά) και τέλειωσε χριστιανική, ήταν φυσικό να
μπερδευτούν το οθωμανικό με το εγχώριο εθιμικό δίκαιο.
Και
πώς να σκαρφιστεί ευρωπαϊκούς κανόνες δικαίου ένας νομοθέτης που δεν
είχε ευρωπαϊκή νομική παιδεία, και που το μόνο δίκαιο που γνώρισε ήταν
αφενός το εθιμικό και αφετέρου το μωαμεθανικό;
Ο
δύστυχος αγωνιστής – νομοθέτης, στην αγωνία του να σκαρώσει όπως όπως
κανόνες δικαίου για το νεοσύστατο και σαστισμένο κράτος, έφτιαξε έναν
αχταρμά από τσόντες Δικαίου που τις πήρε από δω κι από κει. Πάντως, ο
νομοθέτης εκείνης της πανέντιμης «Διάταξης των Σαλώνων», της πρώτης
μορφής ελληνικού Επαναστατικού Δικαίου, σκέφτηκε πολύ νηφάλια και
χτύπησε το στόχο στο κέντρο: Αποφάνθηκε πως η κάθε επαρχία πρέπει να
έχει το δικό της δίκαιο, πράγμα που σημαίνει πως είχε στο νου του την
ομοσπονδιακή μορφή κράτους. Όμως, έπεσε έξω. Διότι, άλλα μεν οι “
Ελληνες κελεύουν, άλλα δε οι ξένοι προστάζουν.
Αλλά ούτε οι συνταγματολόγοι της εποχής τα κατάφεραν καλύτερα. Στο άρθρο 4 του Συντάγματος της Τροιζήνας
επισημαίνουμε έναν περίεργο συνταγματικό ορισμό του Έλληνα: «Έλληνες
είναι όσοι έλαβαν και όσοι θα λάβουσιν τα όπλα». Το «όσοι έλαβαν» είναι
απολύτως νοητό: Το Σύνταγμα χαρακτηρίζει, ορθότατα ως “Ελληνες μόνο τους
μαχητές. Σαν να λέμε, είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο να χάνουν την
ελληνική υπηκοότητα τόσο οι δοσίλογοι της εποχής (οι συνεργάτες των
Τούρκων) όσο και οι δειλοί και άκαπνοι. (Αν υπήρχε τούτο το άρθρο και
στο σημερινό Σύνταγμα όλα θα πήγαιναν καλύτερα σ” αυτόν τον έρμο τόπο).
Όμως
ο συνταγματολόγος της εποχής σπεύδει αμέσως να ανοίξει ένα πονηρότατο
παραθυράκι: Τι σημαίνει εκείνο το «και όσοι θα λάβουσιν»; Πότε θα τα
λάβουοιν; Τι νόημα θα είχε να τα λάβουσιν μετά το πέρας του αγώνα; Και
εναντίον ποίου θα τα
στρέψουσιν αφού τα λάβουσιν; Εναντίον των Τούρκων σε άλλες περιοχές,
ώστε να μεγαλώσει το Κράτος; Αλλά κάτι τέτοιο φαινόταν εντελώς απίθανο
τότε. Και μεγαλοϊδεάτης τότε ήταν μόνο ο δολιότατος Κωλέττης.
(Τον όρο Μεγάλη Ιδέα τον οφείλουμε σ” αυτόν τον τρομερό δημαγωγό).
Το
πιο πιθανό, λοιπόν, είναι εκείνο το «λάβουσιν τα όπλα» σε χρόνο μέλλοντα
να αναφέρεται στους διαφαινόμενους εμφυλίους πολέμους. Ήξεραν λοιπόν
οι αγωνιστές πως το τεχνητό Κράτος που δημιούργησαν οι μεγάλες δυνάμεις,
από τη στιγμή που δεν πήρε τη μορφή της ομοσπονδίας, όπως αρχικά
προτάθηκε, θα αντιμετώπιζε εξεγέρσεις παρακινημένες από κάποια εθνότητα
ενάντια σε κάποια άλλη. Μ” άλλα λόγια, οι αλλεπάλληλοι εμφύλιοι πόλεμοι
που εκδηλώθηκαν στη διάρκεια της Επανάστασης, εξαιτίας και της πολυφυλετικής συγκρότησης των εξεγερμένων, τώρα κατοχυρώνονταν και συνταγματικά!!
ΣΤΗΝ
πραγματικότητα, ο υπερταξικός εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα δεν
τελείωσε ποτέ”. Και οι κυρίως ειπείν εμφύλιοι πόλεμοι δεν είναι παρά οι
κορυφές του παγόβουνου. Στην πραγματικότητα, ο εμφύλιος πόλεμος στην
Ελλάδα είναι μια κατάσταση καθημερινή, διαβρωτική, καταστροφική. Ο υπ”
αριθμόν ένα εχθρός του Έλληνα παραμένει ο παραδίπλα Έλληνας. Κι αν δε
μας πετούσαν κάθε τόσο φανταστικούς και μισο- φανταστικούς εχθρούς για
να εκτονωνόμαστε και να αποκτούμε τεχνητά «ομοψυχία», με τις γνωστές
στην ψυχολογία της μάζας μεθόδους, τότε οι Πελοποννήσιοι θα εκστράτευαν
κατά των υπολοίπων Ελλήνων κάθε τρεις και πέντε και ο αρχαίος Πελοποννησιακός πόλεμος δε θα είχε τελειώσει ακόμα.
Κι
όλα αυτά γιατί απορρίφθηκε η λύση του Ομοσπονδιακού Κράτους. Και αντ”
αυτού προκρίθηκε η λύση του «ομοιογενούς» Εθνικού Κράτους. Για τις
μεγάλες δυνάμεις της εποχής, ήταν πιο βολικό να ελέγχουν ένα μικρό
κράτος παρά δέκα μικροσκοπικά κρατίδια. Και με τα χρόνια και με το πες
πες, μας έπεισαν τελικά πως είμαστε όλοι καθαρόαιμοι “Ελληνες. Και μας
έκαναν να μην τολμούμε να ξεχωρίζουμε την εθνικότητά μας από τη
θρησκεία μας. “Ετσι, ο καθένας που βαφτίζεται χριστιανός ορθόδοξος,
μαζί με τη «θεία χάρη» παίρνει εντός της κολυμβήθρας και το «χάρισμα»
του να νιώθει “Ελληνας κι ας μην έχει ιδέα τι σημαίνει το να είσαι
Έλληνας. Μ” αυτές και μ” άλλες πολλές λαθροχειρίες καλοί Έλληνες
θεωρούνται πλέον οι καλοί χριστιανοί. Καιρός να σταματήσει αυτή η βρωμερή απάτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου