Ο Κριμαϊκός Πόλεμος (1853-1856)
|
Η λεπτή κόκκινη γραμμή |
Στα μέσα του 19ου αιώνα η Οθωμανική αυτοκρατορία έχει ήδη περάσει στην τελική περίοδο της αποσύνθεσης της. Ο «μεγάλος ασθενής»
έχει δεχτεί πολλαπλά χτυπήματα στην εδαφική του ακεραιότητα, με τα
βασίλεια των Σέρβων στα δυτικά και των Ελλήνων στα νότια να ετοιμάζονται
πυρετωδώς για νέες επεκτατικές περιπέτειες που κορυφώθηκαν με τους
βαλκανικούς πολέμους του 1912-13, τις παραδουνάβιες ηγεμονίες να
αποτελούν σχεδόν ανεξάρτητα πριγκιπάτα και τους Αιγύπτιους να απειλούν
τις περιοχές της Παλαιστίνης.
Παρόλη
την κατάπτωση όμως της αυτοκρατορίας οι δυτικές Μεγάλες Δυνάμεις της
Αγγλίας και της Γαλλίας επέμεναν πεισματικά να κρατούν στη ζωή με
οποιοδήποτε πρόσφορο τρόπο τον αποθνήσκοντα γίγαντα του παρελθόντος. Ο
κυριότερος, μεταξύ άλλων, λόγος σχετίζεται με τον έλεγχο των θαλάσσιων
δρόμων της ανατολικής Μεσογείου που ουσιαστικά συνέδεαν τον κόσμο της
Ανατολής με την Ευρώπη. Μάλιστα μετά το 1854 το ενδιαφέρον για τον
έλεγχο της νοτιοανατολικής Μεσογείου αυξάνεται κατακόρυφα όταν
αποφασίζεται από τους Αιγύπτιους να ξεκινήσουν τη διάνοιξη της διώρυγας
του Σουέζ με γαλλική συνδρομή. Το μεγαλεπήβολο έργο ολοκληρώθηκε στα
1869 και έδινε το δικαίωμα εκμετάλλευσης στην εταιρεία κατασκευής για 99
έτη…! Απειλή για τη διατήρηση του status quo αποτελούσε η «αρκούδα της Σιβηρίας»
με τις συνεχείς προσπάθειες της για έξοδο στο Αιγαίο και εν συνεχεία
στις στρατηγικής σημασίας ρότες της νοτιοανατολικής Μεσογείου. Η
στήριξη, δια μέσου αιώνων διπλωματίας, της Οθωμανικής αυτοκρατορίας είχε
αποδειχτεί άριστο εργαλείο άσκησης πίεσης προς τη Ρωσία. Η αναγνώριση
του βασιλείου της Ελλάδος δεν κλόνισε την πεποίθηση των δυτικών ούτε
λεπτό σχετικά με τη διατήρηση μιας δύναμης νοτίως της Ρωσίας, ικανής να
αποτελέσει ανάχωμα σε τυχόν ιμπεριαλιστικά σχέδια της Ρωσίας προς τη
Μεσόγειο. Παράλληλα με τη Σύμβαση των Στενών του 1841
οι δυτικοί σύμμαχοι σημειώνουν και μια μικρή διπλωματική επιτυχία σε
βάρος της Ρωσίας, αφού ουσιαστικά η σύμβαση αυτή ανέτρεπε το ευνοϊκό
καθεστώς που είχε επιτύχει η Ρωσία με τη Συνθήκη του Χιουνκάρ-Σκελεσί του 1833 που της έδινε το δικαίωμα να κλείνει τα στενά σε περίπτωση πολέμου.
Οι
σχέσεις της Ρωσίας και των δυτικών άσπονδων συμμάχων της θα υποστούν
περαιτέρω επιδείνωση με αφορμή θρησκευτικά ζητήματα που αφορούσαν τους
χριστιανικούς πληθυσμούς της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Συγκεκριμένα
στους πολύπαθους Αγίους Τόπους στα 1852 ξέσπασε έριδα μεταξύ καθολικών
και ορθοδόξων σχετικά με την κατοχή των ιερών προσκυνημάτων της
χριστιανοσύνης. Η Γαλλία του, μόλις αναγορευθέντα σε αυτοκράτορα, Ναπολέοντα Γ΄
προβλήθηκε ως η προστάτιδα δύναμη των απανταχού χριστιανών καθολικών,
ενώ η Ρωσία ανέλαβε, τηρώντας ουσιαστικά τους όρους της συνθήκης του Κιουτσούκ-Καιναρτζή του 1774, να προστατεύσει όλους τους ορθοδόξους.
|
Zouave, επίλεκτα τάγματα Γάλλων ακροβολιστών |
Η
Οθωμανική αυτοκρατορία ουσιαστικά συνθλιβόταν ανάμεσα στις δύο
αντιμαχόμενες Δυνάμεις… Η Ρωσία ευρισκόμενη εγγύτερα στους Αγίους Τόπους
άδραξε την ευκαιρία και πήρε την πρωτοβουλία. Τον Ιούλιο του 1853
δυνάμεις της διέσχισαν τα σύνορα και πέρασαν στις παραδουνάβιες
ηγεμονίες, χωρίς ωστόσο να κηρυχτεί πόλεμος στην Πύλη. Η Γαλλία απάντησε
με την αποστολή πολεμικών πλοίων της στην Κωνσταντινούπολη, ενώ και η
Αγγλία ενδιαφερόμενη προφανώς για την Ινδία, προτίμησε να στηρίξει μια
ανίσχυρη Οθωμανική αυτοκρατορία παρά να δει μια Ρωσική αυτοκρατορία να
παίρνει τη θέση της… Έτσι στις 4 Οκτωβρίου 1853 οι Οθωμανοί ενθαρρυμένοι
από την αγγλογαλλική υποστήριξη κηρύσσουν τον πόλεμο στη Ρωσία. Τα
πράγματα πάντως δεν ξεκίνησαν ρόδινα για τους αντίπαλους των Ρώσων. Στις
30 Νοεμβρίου 1853 ο ρωσικός στόλος κατέστρεψε μοίρα οθωμανικών φρεγατών
και κορβεττών στη ναυμαχία της Σινώπης.
Τη μεγαλύτερη λαχτάρα πήραν οι Γάλλοι που είδαν τους Ρώσους να
χρησιμοποιούν τα πρώτα βλήματα με εκρηκτική κεφαλή που διέλυσαν
κυριολεκτικά τα ξύλινα πλοία των Οθωμανών. Οι Ρώσοι μάλιστα συνέχισαν
τον βομβαρδισμό της Σινώπης με αποτέλεσμα πολλά αθώα θύματα από τους
άμαχους της πόλης. Η εξέλιξη αυτή έκανε τον Νικόλαο Α΄
λιγότερο αδιάλλακτο και αναζήτησε κάποιον συμβιβασμό δηλώνοντας ότι θα
απέσυρε τις δυνάμεις του από τις παραδουνάβιες ηγεμονίες υπό τον όρο
της παράλληλης αποχώρησης των ναυτικών δυνάμεων Αγγλίας και Γαλλίας από
τα στενά. Η απάντηση των συμμάχων ήταν η άμεση κήρυξη πολέμου στη Ρωσία,
η συμμαχία με τους Οθωμανούς και η απόβαση στρατευμάτων τους το Μάρτιο
του 1854 στη Βάρνα της Βουλγαρίας φοβούμενοι περαιτέρω προώθηση των
Ρώσων προς νότο και κατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Στα πλαίσια της
στρατηγικής τους εντάσσεται και ο ναυτικός αποκλεισμός του Πειραιά, αφού
η ελληνική κυβέρνηση από τις αρχές του 1854 ενίσχυε
επαναστατικά-αλυτρωτικά κινήματα στην Ήπειρο και στη Θεσσαλία ενάντια
στους Οθωμανούς.
Τον
πολεμικό και διπλωματικό γρίφο έλυσε η Αυστρία. Μη θέλοντας να δει μια
Ρωσία κραταιά να ελέγχει τα Βαλκάνια απείλησε πως θα εισέλθει στο
αντιρωσικό μέτωπο αν η Ρωσία δεν απέσυρε τα στρατεύματα της από τις
παραδουνάβιες ηγεμονίες. Η εγγύτητα της με τη Ρωσία εξασφάλιζε άμεση
επέμβαση των δυνάμεων της στα μέτωπα του πολέμου, εν αντιθέσει με τους
Γάλλους και Άγγλους που βασίζονταν εξ ολοκλήρου στο ναυτικό τους για τη
μεταφορά των στρατευμάτων τους στη Μαύρη Θάλασσα. Έτσι οι Ρώσοι
σκεπτόμενοι με στρατηγική σωφροσύνη απέσυραν τις δυνάμεις τους από τη
Μολδοβλαχία και την θέση τους πήραν αυστριακά στρατεύματα. Κατά κάποιον
τρόπο με αυτήν τη κίνηση των Αυστριακών η κατάσταση έδειχνε να
αποκλιμακώνεται.
|
Ο Ισμαήλ Πασάς ενώ παραγγέλνει το τσιμπούκι του |
Τα
επιτελεία των συμμάχων όμως είχαν άλλα σχέδια. Αρχικά αφού απειλούν την
ίδια την πρωτεύουσα της Ρωσικής αυτοκρατορίας Αγ. Πετρούπολη από την
Βαλτική τον Απρίλιο και τον Αύγουστο του 1854, καταλήγουν στο ότι
πρωταρχική σημασία γι΄ αυτούς είχε η καταστροφή του ρωσικού στόλου της
Μαύρης Θάλασσας και η έδρα του Σεβαστούπολη της Κριμαίας. Έτσι τον
Σεπτέμβριο του 1854 αγγλογαλλικές δυνάμεις αποβιβάστηκαν στις ακτές της
Κριμαίας και συγκρούστηκαν με τις ρωσικές στη μάχη της Άλμα
λίγα χιλιόμετρα βορείως της Σεβαστούπολης. 28.000 Γάλλοι, 26.000 Άγγλοι
με 1.000 Ουσάρους και 6.000 Οθωμανοί αντιμετώπισαν 33.000 Ρώσους και
τους νίκησαν αναγκάζοντας τους να αποσυρθούν και να οχυρωθούν στη
Σεβαστούπολη. Μάλιστα οι Ρώσοι προκειμένου να μην καταστραφεί το ναυτικό
τους, από τα υπέρτερα πλοία των συμμάχων, βύθισαν τα πλοία τους, αφού
αφαίρεσαν τον εξοπλισμό που ήταν απαραίτητος για την άμυνα της πόλης,
έξω από το λιμάνι της Σεβαστούπολης σε σημείο τέτοιο που να εμποδίζεται η
πρόσβαση του συμμαχικού στόλου στο λιμάνι. Παράλληλα η άμυνα της πόλης
ενισχύθηκε από δυνάμεις που ήρθαν από την Αζοφική Θάλασσα που ελεγχόταν
από τους Ρώσους. Την ίδια περίοδο φτάνει στην πολιορκούμενη Σεβαστούπολη
ως αξιωματικός του πυροβολικού και ο νέος ακόμη Λέον Τολστόι
που δίνει γλαφυρές περιγραφές για τον πόλεμο αυτόν, που σίγουρα τον
ενέπνευσαν στη συγγραφή του «Πόλεμος και Ειρήνη». Τον αμέσως επόμενο
μήνα οι σύμμαχοι αποφασίζουν να καταλάβουν το στρατηγικό λιμανάκι του Μπαλακλάβα,
νοτίως της Σεβαστούπολης, και να το αξιοποιήσουν ως κέντρο εφοδιασμού
για την πολιορκία της Σεβαστούπολης. Η ηγεσία των Άγγλων στη
συγκεκριμένη μάχη που δόθηκε τον Οκτώβριο του 1854 έμεινε στην ιστορία
ως συνώνυμο της ανικανότητας και της στρατηγικής…βλακείας! Σε μια στιγμή
της μάχης από σύγχυση εντολών μια ολόκληρη ίλη ελαφρού ιππικού
διατάχτηκε να επιτεθεί ενάντια στο ρωσικό πυροβολικό. Περίπου 600 άνδρες
χάθηκαν στην περιβόητη «Επέλαση της ελαφράς ταξιαρχίας» που αργότερα υμνήθηκε ως πράξη ηρωισμού από τον ποιητή Άλφρεντ Τέννυσον.
Παρόμοιες απονενοημένες ενέργειες θα επαναληφθούν αργότερα κατά τη
διάρκεια του πρώτου παγκόσμιου πολέμου… Στην ίδια μάχη αντίθετα οι
σκληροτράχηλοι «Red Coats»
αμυνόμενοι στο λιμάνι του Μπαλακλάβα αντέταξαν επιτυχή άμυνα απέναντι
στο πολυάριθμο ρωσικό ιππικό επεκτεινόμενοι σε όλο το πλάτος του πεδίου
της μάχης σε μια «λεπτή κόκκινη γραμμή»,
αποτελούμενη από δυο γραμμές στρατιωτών αντί των διδασκομένων στα
στρατιωτικά βιβλία τεσσάρων. Μια ακόμη σημαντική νίκη πέτυχαν οι
σύμμαχοι στις 5 Νοεμβρίου στη μάχη του Ίνκερμαν όπου αντιμετώπισαν υπέρτερες ρωσικές δυνάμεις. Πλέον η Σεβαστούπολη ήταν αποκλεισμένη.
|
Η Florence Nightingale |
Από
τούδε και μέχρι το τέλος του πολέμου οι αντίπαλοι απλώς οχυρώνονται και
διεξάγουν έναν πόλεμο χαρακωμάτων όμοιο με τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο.
Το χειρότερο και για τους δυο αντιπάλους το επεφύλασσε ο δριμύς χειμώνας
που ακολούθησε. Οι σύμμαχοι συνολικά έχασαν περί τους 375.000 άνδρες
ενώ οι Ρώσοι περί τους 220.000 σε αυτόν το πόλεμο. Το οξύμωρο όμως είναι
ότι η πλειοψηφία των νεκρών ήταν θύματα των ασθενειών και του κρύου. Οι
Γάλλοι για παράδειγμα είχαν 95.000 νεκρούς από τους οποίους μόνο οι
10.000 περίπου πέθαναν στις μάχες, ενώ από τους συνολικά 21.000 νεκρούς
των Άγγλων οι 5.000 μόνο πέθαναν στα πεδία των μαχών!! Οι υπόλοιποι
ήταν θύματα της χολέρας, της δυσεντερίας και του κρύου. Το κυριότερο
μάθημα των συμμάχων από αυτόν τον πόλεμο σχετιζόταν με τη δημιουργία
ειδικών μονάδων νοσηλείας πρώτης γραμμής. Σπουδαίο ρόλο σχετικά με τη
νοσηλεία των στρατιωτών σε αυτόν τον πόλεμο έπαιξε μια χαρισματική
γυναίκα η Φλοράνς Νάιτινγκεηλ.
Ήταν αυτή που συνέλαβε την αξία της καθαριότητας και της απολύμανσης
των χώρων για τους τραυματίες της πρώτης γραμμής και ουσιαστικά
καθιέρωσε το επάγγελμα της στρατιωτικής νοσοκόμου.
Η
ενίσχυση των συμμάχων συνεχίστηκε πάντως με την προσθήκη 10.000 Σαρδηνών
που αποβιβάστηκαν τον Ιανουάριο του 1855 στην Κριμαία, με τον
πρωθυπουργό της Σαρδηνίας κόμης Καβούρ να προσβλέπει
σε αγγλογαλλική υποστήριξη στο θέμα της ενοποίησης της Ιταλίας. Η μοίρα
της Σεβαστούπολης είχε πλέον κριθεί και ήταν ζήτημα χρόνου η παράδοση
της. Τον Μάρτιο του 1855 πεθαίνει ο τσάρος Νικόλαος Α΄ και τον
διαδέχεται στο θρόνο ο γιος του Αλέξανδρος Β΄
που θα δει την Σεβαστούπολη να πέφτει στα χέρια των συμμάχων τον
Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου. Παράλληλα οι σύμμαχοι την άνοιξη του ιδίου
έτους ξεκινούν την επίθεση τους στην Αζοφική θάλασσα
που ελέγχουν ακόμη οι Ρώσοι και αποτελούσε την κύρια δίοδο ανεφοδιασμού
των ρωσικών στρατευμάτων που μάχονταν στην Κριμαία. Μετά την πτώση της
πόλης η Αυστρία αποφασίζει να βγει από την ουδετερότητα και αποφασίζει
να κηρύξει πόλεμο στη Ρωσία αν η τελευταία δεν παραιτούνταν από την
αξίωση να επηρεάζει τις παραδουνάβιες ηγεμονίες.
|
Έλληνες υπερασπιστές της Σεβαστούπολης υπό τον Πάνο Κορωναίο |
Τον Φεβρουάριο του 1856 υπογράφεται τελικά η συνθήκη ειρήνης στο Παρίσι.
Βάσει αυτής η Ρωσία παραιτούνταν του δικαιώματος προστασίας των
ορθοδόξων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, παραιτούνταν των βλέψεων της
στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και υποχρεωνόταν να εγκαταλείψει το δέλτα
του Δούναβη σε δυο διεθνείς επιτροπές που θα ρύθμιζαν τη ναυσιπλοία
στον ποταμό. Παράλληλα αναθεωρούνταν και η Σύμβαση των Στενών του 1841,
καθιστώντας πλέον τον Εύξεινο Πόντο αποστρατιωτικοποιημένη θάλασσα,
υποσχόταν ανεξαρτησία στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και αναγνώριζε την
ισότιμη συμμετοχή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στα συνέδρια των μεγάλων
δυνάμεων. Μάλιστα η Ρωσία συμφώνησε να διαλύσει το στόλο της Μαύρης
Θάλασσας ώστε να αισθάνεται πιο ασφαλής η Οθωμανική αυτοκρατορία…Πάντως η
διπλωματική ήττα στα δυτικά για τη Ρωσία επεφύλασσε μια αντίστοιχη νίκη
στα ανατολικά της σύνορα, αφού υπογράφοντας συνθήκη ειρήνης με την Κίνα
το 1858 απεκόμιζε σημαντικά εδαφικά οφέλη, ενώ στα 1860 ιδρύει το
σημαντικότερο λιμάνι της στον Ειρηνικό ωκεανό το Βλαδιβοστόκ.
Εν τέλει ο πόλεμος αυτός οδήγησε την Οθωμανική αυτοκρατορία σε σειρά μεταρρυθμίσεων που κορυφώθηκαν με το «Χάτι Χουμαγιούν»
τον Φεβρουάριο του 1856 βάσει του οποίου προβλεπόταν πλήρης ισότητα των
υπηκόων της αυτοκρατορίας ανεξαρτήτως θρησκεύματος ή καταγωγής.
Ουσιαστικά η Οθωμανική αυτοκρατορία αναλάμβανε αυτές τις πρωτοβουλίες
που θα την καθιστούσαν αποδεκτή στο «κλαμπ» των ισχυρών της Ευρώπης. Από
τη μεριά της Ρωσίας ο πόλεμος αυτός ήταν καταλυτικός σχετικά με την
εξέλιξη της οπισθοδρομικής ρωσικής κοινωνίας. Μια φεουδαρχικού τύπου
αυτοκρατορία αποδείχτηκε αναποτελεσματική απέναντι στις δυνάμεις των
βιομηχανικά εξελιγμένων εθνών-κρατών της Δύσης. Ο Αλέξανδρός Β΄
κατήργησε αμέσως μετά τη θεσμοθετημένη από αιώνες δουλοπαροικία βάζοντας
τις βάσεις της εκβιομηχάνισης, έστω και αργά, της Ρωσίας. Αυτοί όμως
που άντλησαν τα σημαντικότερα συμπεράσματα για τις μελλοντικές τους
πολεμικές περιπέτειες ήταν οι Άγγλοι και οι Γάλλοι, που βρέθηκαν για
πρώτη φορά μετά τους Ναπολεόντειους πολέμους να πολεμούν ως σύμμαχοι…Η
αξία των σιδηροδρόμων, του τηλέγραφου και το κυριότερο της περίθαλψης
των τραυματιών αναδείχτηκε για πρώτη φορά στην ιστορία των πολέμων.
Παράλληλα για πρώτη φορά δόθηκε η δυνατότητα στο κοινό να παρακολουθήσει
τόσο έντονα και λεπτομερώς έναν πόλεμο. Πολεμικοί ανταποκριτές όπως ο Γουίλιαμ Ράσελ
των Τάιμς του Λονδίνου έστελναν τις ανταποκρίσεις από το πεδία των
μαχών μαζί με τις πρώτες φωτογραφίες από μάχες. Τέλος για το μικρό
βασίλειο της Ελλάδας που το συνέδεε το ομόδοξο με τους Ρώσους, ο πόλεμος
αυτός παρουσιάστηκε ως μια ακόμη ευκαιρία να επεκταθεί σε βάρος του
«μεγάλου ασθενούς». Επαναστατικά κινήματα ξέσπασαν τον Ιανουάριο του
1854 σε Ήπειρο (Ροδοβίζι) και σε Θεσσαλία (Άγραφα). Η κυβέρνηση, ο
Τύπος, σημαίνουσες προσωπικότητες και αγωνιστές του 1821 κινητοποιήθηκαν
για υλική και ηθική ενίσχυση αυτών των κινημάτων. Πάντως γρήγορα
εκφυλίστηκαν αφού οι Οθωμανοί πρόλαβαν και οχύρωσαν τα στρατιωτικά τους
κέντρα, ενώ οι Άγγλοι και οι Γάλλοι προχώρησαν σε ναυτικό αποκλεισμό του
Πειραιά εκβιάζοντας ουσιαστικά την ελληνική κυβέρνηση να σταματήσει τη
βοήθεια που προσέφερε στους επαναστατημένους Έλληνες της
Ηπειροθεσσαλίας. Μάλιστα και στην Κριμαία στην πολιορκία της
Σεβαστούπολης πολέμησαν μαζί με τους Ρώσους περίπου 1.000 Έλληνες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου